Ο καρκίνος του τραχήλου είναι νόσος που χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη κακοηθών (καρκινικών) κυττάρων στους ιστούς του τραχήλου της μήτρας.
Ο καρκίνος του τραχήλου αναπτύσσεται συνήθως μετά από μακρό χρονικό διάστημα εξέλιξης ιστολογικών μεταβολών στα κύτταρα του τραχήλου οι οποίες είναι γνωστές ως δυσπλασία.
Στο σύνολό τους οδηγούν στην εμφάνιση μη φυσιολογικών κυττάρων στους ιστούς του τραχήλου. Προοδευτικά, τα καρκινικά κύτταρα αρχίζουν να αυξάνονται και να εξαπλώνονται σε μεγαλύτερο βάθος διήθησης μέσα στον τράχηλο και στις περιβάλλουσες ανατομικές δομές.
Οι συχνότερες μορφές είναι ο επιθηλιακός καρκίνος (90% των περιπτώσεων) που αναπτύσσεται στο έξω μέρος του τραχήλου και το αδενοκαρκίνωμα (10% των περιπτώσεων) που εμφανίζεται στο εσωτερικό μέρος του τραχηλικού καναλιού (ενδοτράχηλος).
Τα χλαμύδια, γνωστά βακτήρια που μεταδίδονται με τη σεξουαλική επαφή, μπήκαν στο μικροσκόπιο των επιστημόνων στη Φινλανδία, με στόχο να διαπιστώσουν κατά πόσο ευθύνονται και για κάποιες μακροχρόνιες παθήσεις.
Η μελέτη ασχολήθηκε με τα χλαμύδια και ιδιαίτερα την κατηγορία Chlamydia trachomatis type G, που βάσει επιδημιολογικών ερευνών συνδέεται με την ανάπτυξη καρκίνου του τραχήλου της μήτρας.
Οι επιστήμονες μελέτησαν στοιχεία για 530.000 γυναίκες οι οποίες ζούσαν στη Φινλανδία, τη Νορβηγία και τη Σουηδία. Στη συνέχεια έλεγξαν αν υπάρχει κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου του τραχήλου της μήτρας με τα αντισώματα τύπου IgG για τις διάφορες υποκατηγορίες του Chlamydia trachomatis.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των μελετών αυτών, η υποκατηγορία G του Chlamydia trachomatis συνδέεται σε σοβαρό βαθμό με την ανάπτυξη του τραχηλικού καρκίνου ενώ, διαφάνηκε ότι με τον αυξανόμενο αριθμό άλλων λοιμώξεων με τις άλλες υποκατηγορίες του Chlamydia trachomatis μεγάλωνε επίσης ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου.
Όπως ανέφεραν οι ερευνητές, η μόλυνση με χλαμύδια μπορεί να κρατήσει για μεγάλα χρονικά διαστήματα χωρίς συμπτώματα και μόνο με ειδική εξέταση αίματος μπορεί να διαπιστωθεί η ύπαρξή τους.
Επίσης, οι επιστήμονες τόνισαν ότι η πιθανή μόλυνση ενός ατόμου με μια υποκατηγορία των Chlamydia trachomatis δεν του προσφέρει ανοσία στις υπόλοιπες υποκατηγορίες, αντίθετα τον αφήνει έκθετο στο να μολυνθεί και με τις υπόλοιπες κατηγορίες της οικογένειας των μικροβίων αυτών. Γι’ αυτό παρατηρούνται χρόνιες μικτές λοιμώξεις με τα μικρόβια αυτά, οι οποίες δυστυχώς αυξάνουν τον κίνδυνο επιπλοκών και ιδιαίτερα του καρκίνου του τράχηλου της μήτρας.
Όπως σημείωσαν οι επιστήμονες, η σχέση μεταξύ καρκινογένεσης και λοίμωξης δεν είναι απόλυτα κατανοητή από τον επιστημονικό κόσμο και δεν έχει πλήρως αποκρυπτογραφηθεί. Οι ίδιοι πιθανολογούν ότι μια λοίμωξη προκαλεί γενετικές ανωμαλίες σε επίπεδο γονιδίων του DNA και αυτά με τη σειρά τους οδηγούν σε νεοπλασίες.
Έτσι, συμβουλεύουν όλους να είναι πολύ προσεκτικοί με τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, καθώς αυτές οι λοιμώξεις κρύβουν αρκετούς κινδύνους και για τα δύο φύλα.