Πρόκειται για τη συχνότερη από όλες τις άλλες αλλεργικές παθήσεις, με τη συχνότητά της σε παγκόσμια βάση να κυμαίνεται από 7% έως 12% και κατ΄ άλλους έως 16%.

Στην Ελλάδα, η συχνότητα της νόσου στους ενήλικες ανέρχεται στο 15%. Τα παιδιά αλλεργικών γονέων έχουν πολλαπλάσια πιθανότητα να αναπτύξουν αλλεργική ρινίτιδα, ενώ 80% των γονέων με αλλεργική ρινίτιδα έχουν θετικό οικογενειακό ιστορικό ατοπίας. Αν και η αλλεργική ρινίτιδα εμφανίζεται κατά κανόνα περί το τέλος της παιδικής ηλικίας, σε πολλές περιπτώσεις εκδηλώνεται κατά τη διάρκεια της εφηβείας ή και μεταγενέστερα. Επειδή πρόκειται για πάθηση που δεν απειλεί τη ζωή του ασθενούς και τα συμπτώματά της όταν είναι ήπια, δεν επιφέρουν τις περισσότερες φορές κοινωνικο-εργασιακές ανωμαλίες, συχνά αγνοείται από τους ασθενείς αλλά και από τους ιατρούς.

Τα εισπνεόμενα αλλεργιογόνα είναι εκείνα που κατά κύριο λόγο ευθύνονται για την εποχιακή αλλεργική ρινίτιδα. Στα μικροσκοπικά αυτά, αερομεταφερόμενα σωματίδια περιλαμβάνονται οι γύρεις, τα σπόρια των μυκήτων, τα επιθήλια και τα τριχώματα των παραγωγικών και των κατοικίδιων ζώων και τα ακάρεα της οικιακής σκόνης.

Στα τυπικά συμπτώματα της εποχιακής αλλεργικής ρινίτιδας περιλαμβάνονται η ρινική συμφόρηση ή απόφραξη, το υδαρές ρινικό έκκριμα, οι παροξυσμικοί πταρμοί και ο κνησμός της ρινός μετά από έκθεση σε γνωστό αλλεργιογόνο. Μερικοί ασθενείς παραπονούνται για κνησμό στο φάρυγγα ή την υπερώα. Οι αλλεργικές παθήσεις των οφθαλμών συχνά συνοδεύουν την αλλεργική ρινίτιδα ή το άσθμα και οι επιπεφυκότες είναι από τους ιστούς εκείνους που έρχονται σε απ΄ ευθείας επαφή με το εξωτερικό περιβάλλον και τα αλλεργιογόνα που περιέχει.

Οι ασθενείς με παθήσεις της ρινός προσέρχονται συνήθως για εξέταση λόγω ρινικής απόφραξης και/ή ρινόρροιας, συμπτώματα που είναι δυνατόν να οφείλονται σε λοιμώδη (ιογενείς, βακτηριακές λοιμώξεις) αλλά και μη λοιμώδη αίτια (ατρησία ρινικών χοανών, αδενοειδείς εκβλαστήσεις, μεγάλη σκολίωση ρινικού διαφράγματος, υπερτροφία ρινικών κογχών, ρινικοί πολύποδες, ξένα σώματα, όγκοι, συστηματική λήψη φαρμάκων (πχ. αντισυλληπτικά, αντιυπερτασικά) αγγειοκινητική ρινίτιδα, διάφορες παθήσεις (πχ. υποθυρεοειδισμός), άγχος).

Πως θεραπεύεται;

Ο στόχος της θεραπείας των ασθενών με αλλεργική ρινίτιδα είναι η επίτευξη της μέγιστης συμπτωματικής ανακούφισης με όσο το δυνατόν λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες. Η πλέον πρακτική και αποτελεσματική θεραπευτική αντιμετώπιση στηρίζεται στην αποφυγή των αλλεργιογόνων και την ανακούφιση των συμπτωμάτων με φάρμακα. Η αποφυγή της έκθεσης σε συγκεκριμένα αλλεργιογόνα είναι μια απλή και αποτελεσματική μέθοδος, αν και μερικές φορές είναι δύσκολη η εφαρμογή της εξ αιτίας του αερομεταφερόμενου των γύρεων, της καθημερινής παρουσίας της σκόνης στο σπιτικό περιβάλλον και του εμπλουτισμού της σκόνης από μύκητες που αφθονούν στο περιβάλλον.

Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται, είτε ως μονοθεραπεία, είτε ως συνδυασμοί, στην αντιμετώπιση της αλλεργικής ρινίτιδας μπορούν, διακρίνονται σε φυσιολογικά διαλύματα για ρινικές πλύσεις, αντιισταμινικά (από το στόμα ή τοπικά sprays), τοπικά κορτιζονούχα, αντιφλεγμονώδη, αποσυμφορητικά και αντιχολινεργικά. Τα άτομα εκείνα που δεν ανταποκρίθηκαν με επιτυχία στη φαρμακοθεραπεία, εμφάνισαν διάφορες ανεπιθύμητες ενέργειες από τα φάρμακα ή δεν κατέστη εφικτή η αποφυγή των αλλεργιογόνων τα οποία κατά κύριο λόγο ευθύνονται για τα αλλεργικά συμπτώματα, θα πρέπει να παραπέμπονται στον αλλεργιολόγο προκειμένου μετά από προσεκτική εκτίμηση της κατάστασής τους, να υποβληθούν σε θεραπεία ειδικής απευαισθητοποιήσεως (ανοσοθεραπεία) ενέσιμη ή υπογλώσσια.

Πηγή: Σύλλογος ατόμων με χρόνιες αλλεργικές παθήσεις