Έχει θεωρηθεί ως μια ψυχολογική νόσος, ωστόσο το σύνδρομο της χρόνιας κόπωσης είναι στην πραγματικότητα μια βιολογική, σωματική ασθένεια που μπορεί να προσδιοριστεί από την παρουσία συγκεκριμένων ανοσολογικών δεικτών στο αίμα.

Η νέα αυτή προσέγγιση δημοσιεύτηκε στην αμερικανική επιθεώρηση Science Advances. Σύμφωνα με τους συγγραφείς της, αυτή η ανακάλυψη θα μπορούσε να οδηγήσει στη θεραπεία της συγκεκριμένης ασθένειας. Η μελέτη αυτή αποτελεί την πρώτη απόδειξη ότι το συγκεκριμένο σύνδρομο αποτελεί βιολογική ασθένεια και όχι ψυχολογική διαταραχή, επισημαίνουν οι ερευνητές από τη Σχολή Δημόσιας Υγείας Mailman του Πανεπιστημίου της Κολούμπια.

Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης είναι μια ασθένεια που εκδηλώνεται ως μια έντονη κόπωση που διαρκεί πάνω από ένα εξάμηνο και μπορεί να συμπεριλαμβάνει συμπτώματα τα οποία είναι κοινά σε πολλές ασθένειες όπως πονοκεφάλους, δυσκολία συγκέντρωσης, δυσανεξία σε διάφορες τροφές, αφύσικη αρτηριακή πίεση, διόγκωση των λεμφαδένων, γαστρεντερικά προβλήματα και μυϊκούς πόνους. Η αιτία της ήταν άγνωστη μέχρι σήμερα και αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει κάποια σχετική θεραπεία.

Σύμφωνα με τη Mady Horning, επικεφαλής συγγραφέα της μελέτης, “έχουμε πλέον τη διαβεβαίωση για αυτό που γνωρίζουν οι άνθρωποι που υποφέρουν από χρόνια κόπωση: πως η ασθένειά τους δεν είναι ψυχολογική”. Για να καταλήξουν σε αυτό το συμπέρασμα, οι ερευνητές έλεγξαν 51 δείκτες του ανοσοποιητικού συστήματος στο πλάσμα αίματος 298 ασθενών και 348 υγιών ανθρώπων. Ανακάλυψαν πως στο αίμα των ασθενών ήταν αυξημένα τα επίπεδα των κιτοκινών. Ιδιαίτερη σημασία για τους ερευνητές είχε μια συγκεκριμένη κιτοκίνη, η ιντερφερόνη γάμμα, που συνδέεται με την κούραση που ακολουθεί μετά από μια ιογενή λοίμωξη.

Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τους ερευνητές, τα επίπεδα των κιτοκινών δεν εξηγούν τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων αλλά σίγουρα παίζει ρόλο όλη η επίδρασή τους στο ανοσοποιητικό σύστημα. Όπως όμως επισήμανε η Mady Horning, τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης θα πρέπει να επιταχύνουν τις διαδικασίες για να διαγιγνώσκεται η ασθένεια και να ανακαλυφθούν νέες θεραπείες για το σύνδρομο της χρόνιας κόπωσης.

Η μελέτη αυτή έρχεται να προστεθεί σε προηγούμενη μελέτη που είχαν διενεργήσει ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Στάνφορντ, η οποία δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση “Radiology”. Για τη μελέτη αυτή, εξετάστηκαν με τρεις διαφορετικές τεχνικές απεικόνισης 15 ασθενείς με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης και άλλοι 15 υγιείς άνθρωποι. Αυτό που αποκαλύφθηκε, στο πολύ μικρό δείγμα ωστόσο της μελέτης, ήταν πως όσοι πάσχουν από το συγκεκριμένο σύνδρομο, έχουν λιγότερη λευκή ουσία στον εγκέφαλό τους, καθώς και ανατομικές ανωμαλίες σε τρεις τουλάχιστον εγκεφαλικές περιοχές. Όσο πιο αφύσικες ήσαν οι εν λόγω περιοχές του εγκεφάλου, τόσο πιο σοβαρή ήταν η πάθηση του ατόμου και τα συμπτώματά της.